Ένα άγνωστο μεταλλαγμένο στέλεχος του SARS-CoV-2 αναπτύσσεται και εξαπλώνεται στη χώρα μας, σύμφωνα με τους “ειδικούς”, και συγκεκριμένα στην Αττική
Το στέλεχος Β.1.1.318 -γνωστό και ως αθηναϊκή μετάλλαξη-, που εντοπίζεται περίπου στο 30% των δειγμάτων τα οποία αναλύονται στο Λεκανοπέδιο, προκαλεί ανησυχία καθώς είναι πιθανόν να εμφανίζει ανθεκτικότητα στα αντισώματα που προκύπτουν είτε από φυσική ανοσία είτε από εμβολιασμό.
Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία την εμφάνιση των νέων στελεχών του κορονοϊού και προειδοποιεί για τον κίνδυνο εμφάνισης ενός τέταρτου σφοδρού επιδημικού κύματος από μεταλλαγμένα στελέχη, ανθεκτικά στον εμβολιασμό. Στη χώρα μας, το Εθνικό Δίκτυο Γονιδιωματικής Επιτήρησης του ΕΟΔΥ παρακολουθεί στενά τις νέες μεταλλάξεις και την εξάπλωσή τους στον πληθυσμό. Στην τελευταία έκθεσή του αναφέρεται ότι, πανελλαδικά, στα 11.811 δείγματα που έχουν ελεγχθεί, οι πιο συχνές μεταλλάξεις ειδικού ενδιαφέροντος που έχουν ταυτοποιηθεί είναι η βρετανική Β.1.1.7 (66,91%), η αθηναϊκή B.1.1.318 ( 7,02%) και η αφρικανική B.1.351 (0,63%).
Το ανησυχητικό είναι ότι στο Λεκανοπέδιο της Αττικής το τελευταίο διάστημα εξαπλώνεται το άγνωστο μεταλλαγμένο στέλεχος B.1.1.318, που φέρει χαρακτηριστικά τα οποία απαντώνται και σε άλλα μεταλλαγμένα στελέχη.
Ο καθηγητής Δημήτρης Θάνος, πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, που πρωτοστατεί στη γονιδιωματική επιτήρηση του SARS-CoV-2 στη χώρα μας, εξηγεί ότι ο αριθμός των περιστατικών με αυτή τη μετάλλαξη που εντοπίστηκαν στη χώρα μας είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό όλων των περιστατικών που έχουν καταγραφεί παγκοσμίως. Σύμφωνα με τον καθηγητή, το συγκεκριμένο στέλεχος εντοπίστηκε στη χώρα μας τον περασμένο Φεβρουάριο σε αλλοδαπό, ωστόσο δείχνει μια ανησυχητική δυναμική αύξηση της διασποράς του, καθώς σε μικρό χρονικό διάστημα ανταγωνίζεται τη βρετανική μετάλλαξη που επικρατεί στην Αττική.
«Το Β.1.1.318 φαίνεται ότι έχει πλεονεκτήματα που ευνοούν την επικράτησή του, καθώς ανταγωνίζεται το βρετανικό στέλεχος που εντοπίζεται στο 70% των δειγμάτων», επισημαίνει ο κ. Θάνος και τονίζει χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για «μάχη γιγάντων». Όπως εξηγεί ο καθηγητής, το συγκεκριμένο στέλεχος φέρει στοιχεία από άλλες μεταλλάξεις που εμφανίζουν ανθεκτικότητα στα εξουδετερωτικά αντισώματα, όπως είναι η νοτιοαφρικανική, η βραζιλιάνικη και η μετάλλαξη της Καλιφόρνιας. «Ακόμα δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για το Β.1.1.318, ωστόσο το γεγονός ότι ανταγωνίζεται επιτυχώς το βρετανικό στέλεχος, το οποίο κατάφερε να επικρατήσει έναντι των άλλων, δείχνει δυναμική που πρέπει να μας προβληματίσει», εξηγεί ο κ. Θάνος.
Τι έγραφε ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, Γκίκας Μαγιορκίνης, σε ανάρτησή του στο Facebook, στις 8 Μαΐου
1) Δεν αυξάνεται η βαρύτητα της νόσου, αντιθέτως σε κάθε περίπτωση η βαρύτητα θα είναι τουλάχιστον μικρότερη. Η λογική ότι ο οργανισμός ζορίζεται να παράγει αντισώματα και άρα δεν μπορεί να καταπολεμήσει τον ιό δεν ευσταθεί, ούτε έχει παρατηρηθεί ποτέ. Εννοείται ότι προστατευόμαστε μέχρι να έχουμε πλήρη ανοσία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αν μολυνθούμε στην πορεία θα είμαστε χειρότερα!
2) Δεν υπάρχουν εμπειρικά στοιχεία ότι αυξάνεται η πιθανότητα “δημιουργίας” νέων μεταλλαγμένων στελεχών ή στελεχών που θα ξεφεύγουν από τα εμβόλια. Δεν υπάρχει ούτε ένα παράδειγμα στον άνθρωπο όπου “μεταλλαγμένο στέλεχος ιού ξέφυγε” ως αποτέλεσμα μολύνσεων στο μεσοδιάστημα δόσεων. Αν ίσχυε αυτό, θα έπρεπε να μας απασχολεί πολύ περισσότερο η σταδιακή αποδυνάμωση της ανοσολογικής απόκρισης αυτών που μολύνθηκαν στο πρώτο ή δεύτερο κύμα παρά η “φρέσκια ανοσία” από τις πρώτες δόσεις.
3) Οι ανοσολογικές αποκρίσεις που παρατηρούνται από την πρώτη δόση των εμβολίων που χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα είναι ΙΣΧΥΡΕΣ και ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ δεν έχουν καμία σχέση με τις ατελείς ανοσολογικές αποκρίσεις που συνέβαλαν στη γένεση των γνωστών μεταλλαγμένων στελεχών (Βρετανικό, Νοτιοαφρικάνικο, Βραζιλιάνικο). Αυτές παρατηρούνται σε χρονια ανοσοανεπαρκείς όπου μέσω ατελούς και άκαρπης ανοσολογικής απόκρισης (μία διαδικασία που θυμίζει τα πειράματα “serial passage”) ο ιός πολλαπλασιάζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα (πιθανώς και μεγαλύτερο από μήνα) με αποτέλεσμα να έχει το απαιτούμενο χρονικό διάστημα να αναπτύξει τις μεταλλάξεις που χρειάζεται.
4) Τέλος θα πρέπει να διαχωρίσουμε το φαινόμενο των “leaky vaccines” δηλαδή των εμβολίων που δεν διακόπτουν την μετάδοση όπου θεωρητικά (σε ένα από τα πολλαπλά σενάρια που έχουν εξετασθεί) μπορεί να οδηγήσουν στην δημιουργία πιο επιθετικών ιών για αυτούς που παραμένουν ανεμβολίαστοι. Αυτό θα το βλέπαμε αν οι 2 δόσεις έκοβαν πλήρως τη μετάδοση ενώ η μία δόση την επιτρέπει. Ούτε αυτό το φαινόμενο το έχουμε δει ως αποτέλεσμα ενδιάμεσων μολύνσεων σε πολυδοσικά σχήματα στους ανθρώπους.